- ὀδυνᾶσθαι
- ὀδυνάωcausepres inf mp
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ποιώ — (I) ποιῶ, έω, ΝΜΑ, αιολ. τ. πόημι, δωρ. τ. ποιFέω, αττ. τ. ποῶ, Α 1. δημιουργώ, δίνω ύπαρξη σε κάτι (α. «ὁ πάλαι ἐξ οὐδενὸς ποιήσας τὰ σύμπαντα», Μηναί. β. «ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν», ΠΔ γ. «χρύσεον μὲν πρώτιστα γένος… … Dictionary of Greek
ὀδυνᾶσθ' — ὀδυνᾶσθα , ὀδυνάω cause pres subj act 2nd sg (epic) ὀδυνᾶσθε , ὀδυνάω cause pres imperat mp 2nd pl ὀδυνᾶσθε , ὀδυνάω cause pres subj mp 2nd pl ὀδυνᾶσθε , ὀδυνάω cause pres ind mp 2nd pl (epic) ὀδυνᾶσθε , ὀδυνάω cause pres subj act 2nd pl (epic)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)